Ρούβαλης, Βασίλης. (2009). Σύντομο ημερολόγιο Αυγούστου. Κορώνη: (.poema..) εκδόσεις
1/9/2011
Κριτική
Του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου
Ποιήματα-ημερολογιακές εγγραφές συνθέτουν αυτό το εκτός εμπορίου, καλαίσθητο εκδοτικά, βιβλίο του Βασίλη Ρούβαλη. Δέκα ποιήματα, καταγεγραμμένα ημερολογιακά κατά τη διάρκεια του Αυγούστου του 2009 στην περιοχή του ακρωτηρίου της Κορώνης. Σε μια περιοχή πρόσφορη για συναισθηματικές αναδιφήσεις σε πτυχές της αρχαίας και της μεσαιωνικής ιστορίας, του μύθου και του θρύλου και, συνεπώς, ανταποκρινόμενη κατά τον ιδανικότερο τρόπο στην ενδιάθετη τάση του ποιητή να επιδιώκει την επιβεβαίωση και τον ιστορικό επαναπροσδιορισμό της θέσης του στο παρόν, ψαύοντας τις εικόνες που τον περιβάλλουν και αναμοχλεύοντας τα περασμένα. «Ιστορία, μύθος και μυθοποιημένη ιστορία διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο στην περίπτωση του Βασίλη Ρούβαλη –σημείωνα αναφερόμενος στην ποιητική συλλογή του Νότος (2004)–, συνέχουν και συνάμα διαπερνούν και διαβρώνουν το παρόν του ποιητικού υποκειμένου. Ένα παρόν διαρκώς εκτεθειμένο στις άλλοτε νηφάλιες και άλλοτε ορμητικές, ανατρεπτικές επιδρομές της ατομικής αλλά και της συλλογικής μνήμης».
Το ίδιο θα μπορούσα να ισχυριστώ, μιλώντας και για τα ποιήματα της περί ης ο λόγος συλλογής, μόνο που, εδώ, η ημερολογιακή υφή των ποιητικών εγγραφών επιτρέπει την παρείσφρηση και άλλων δεδομένων, προσωπικού ή και γενικότερου ενδιαφέροντος˙ επιτρέπει λ.χ. τη διακριτική περιγραφή-εκμυστήρευση της εναγώνιας στάσης του γράφοντος μπροστά στη λευκή σελίδα, αυτή τη σιωπηλή σκηνή, στις απροσδιόριστες διαστάσεις της οποίας συναρμολογούνται τα υλικά του ποιήματος και συντελείται η «πράξη» ανάμεσα στο όνειρο και την πραγματικότητα. Ή, πάλι, παρέχει στον ποιητή τη δυνατότητα να αποκαλύψει μυστικά της τέχνης του, επιτρέποντάς του να κάνει λόγο για τον παντού καιροφυλακτούντα «απόκρυφο ποιητικό καθρέφτη του εσύ», στα ασαφή και στα διαρκώς μεταβαλλόμενα όρια του οποίου πράγματα, πρόσωπα και υπολείμματα-απόηχοι καταστάσεων επιπλέουν ή καταβυθίζονται ακατάπαυστα, αφυπνίζοντας μνήμες, σκέψεις, αισθήματα κι επιθυμίες.
Θα έλεγε κανείς ότι ο ποιητής αφήνεται, ευφρόσυνα και με απόλυτη εμπιστοσύνη, στα ορατά και απτά καλέσματα του θρύλου, του μύθου και τις μυθοποιημένες, μέσα του, εκδοχές της ιστορίας, όσες απ’ αυτές αισθάνεται πρόσφορες για την ενίσχυσή του στην καταβύθιση που ασμένως επιχειρεί στα περασμένα, εμπλέκοντας ιστορία και ατομική εμπειρία. Ότι, συνεπικουρούμενος από τον γεμάτο μνήμες περιβάλλοντα χώρο, αναβιώνει, στο πεδίο της γλώσσας, ιστορία, μύθο και θρύλο, οδηγούμενος από μιαν ενστικτώδη ανάγκη να περιβληθεί την ισχύ και την αχλύ του ιστορικού όντος, να προσδώσει συνέχεια και συνοχή στο ατομικό του παρόν, αφήνοντάς το εκτεθειμένο στις ακατάπαυστες ριπές των αναθυμιάσεων του παρελθόντος˙ σαν μόνιμα διακατεχόμενος από την αίσθηση ότι έτσι, καταγράφοντας και ιστορώντας, ιστορείται κι αυτός ο ίδιος, εκτιθέμενος στην περιοχή που του είναι οικεία περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη: στην περιοχή της ποίησης.