Ο τρόπος που μνημονεύονται συνήθως οι ποιητές-δημιουργοί εξαρτάται από την αφορμή της αποδημίας τους και τη χρονική απόσταση απ’ αυτήν… Ετούτο αποτελεί μια παραδοχή για όλους όσοι περικινούνται στον κόσμο της συγγραφής. Στις περιπτώσεις δε όπου ηθελημένα συμβαίνει η «αποχώρηση» του προσώπου από τη δημοσιότητα του ποιητικού μικροσύμπαντος, η μιντιακή ανάδυση του έργου του είναι δυσκολότερη. Σ’ όλο αυτό το σκεπτικό έγκειται η ποιήτρια και μεταφράστρια Ολυμπία Καράγιωργα…
Το έργο της αποδεικνύεται εκτενές, κρίνοντας από τους δύο τόμους στους οποίους συγκεντρώθηκε από την ίδια (πρώτα στις εκδόσεις Εξάντας, Μάτια του έρωτα και Προχωρώντας στον χρόνο, 1997 και κατόπιν στις εκδόσεις Σοκόλη, Στο φως το χρυσάφι, 2012). Μετέφρασε ενδιαφέροντα κείμενα από συγγραφείς-προσωπικότητες με τις οποίες καλλιέργησε μια δική της εκλεκτική συγγένεια. Είναι ο Όσκαρ Γουάιλντ, ο Φ. Γκ. Λόρκα, ο Ντ. Χ. Λόρενς, ο Αλμπέρ Καμί. Έγραψε για τον Νιζίνσκι, για την Αίγυπτο στον γεωγραφικό χώρο και στον νου της. Ανακάλυψε και ξεψάχνισε το γοητευτικό μυστήριο της σύντομης ζωής του ποιητή-στοχαστή Γιώργου Σαραντάρη. Έπαιξε στο θέατρο, σπούδασε αμερικάνικη λογοτεχνία και Δημιουργική Γραφή. Δίδαξε γλώσσες.
Η Ολυμπία Καράγιωργα αποτέλεσε μια διαρκώς απόμακρη φιγούρα από την τρέχουσα χρονική συνθήκη. Σαν ξωτικό, βαδίζοντας βιαστικά στους δρόμους της Αθήνας. Σαν μαινάδα της ποιητικής κοινότητας σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις. Μιλούσε για έρωτα γιατί ήξερε από έρωτα. Ένιωθε μετέφηβη γιατί ήταν ακριβώς σ’ αυτή την ηλικία. Κι ως δημιουργός, άφησε αυτό το μικρό στίγμα που θα κριθεί την κατάλληλη στιγμή. Έτσι πρέπει (ισχύει για όλους…). Γεννήθηκε το 1934 και απεβίωσε στις αρχές του 2024.
Αγαπώ τους ανθρώπους που πεθαίνουν μπροστά
στη θάλασσα
έτσι όπως σκύβουν το κεφάλι πίσω, ψηλά, πολύ ψηλά,
να δουν πώς σβήνει το πέταγμα ενός γλάρου.