Στη στήλη-ανθολογία κειμένων από σύγχρονους λογοτέχνες που επιμελείται ο ποιητής Αλέξιος Μάινας στο ηλ. περιοδικό Διάστιχο, δημοσιεύτηκε απόσπασμα από την ποιητική σύνθεση «Θύρες». Η δημοσίευση τιτλοφορήθηκε «Όπως οι άνεμοι στο στόμα της ζωής» κι αποτέλεσε την πρώτη δημόσια ανάγνωση από την εν εξελίξει επεξεργασία της σύνθεσης.
1.
Έμαθα για τα γεγονότα του ουρανού,
τις πτυχές νωρίτερα που δεν πρόσεξα: με περιέχουν τώρα
με υλικό από την αστρική ψευδαίσθηση
και τους ανέμους τους βλοσυρούς που οφείλω
ν’ αγνοώ στο πρόσωπό μου.
Δεν γνωρίζω τις απαντήσεις – είμαι απών
στο σκοτεινό δώμα που αποκαλείται τέχνη,
ευτυχής γιατί κατανόησα τα ανώφελα και πλουμιστά
του κόσμου προτιμώντας τα «υψωμένα αόρατα έως το άπειρο»
και δρασκελίζω τις εποχές, τις λησμονώ, πλάθω τη λάσπη μου
με φθόγγους, κι αντί για νερό το στίγμα των προγόνων φέρνω,
λίγη από τη στάχτη των δροσερών νιάτων και την πίστη
στην ανθρώπινη προέλευση.
«Την ευτυχία δεν έπαψα ν’ αποκαλώ αβεβαιότητα.
Το ρόδι σπάει στα χέρια μου χάρη στην αύρα, στην τρέλα και
στ’ αντίδωρα που φέρω».
Προτιμώ στις θεϊκές αμαρτίες, θέση στο εδώλιο.
2.
Μετρώ τις λέξεις και τη φαντασία: πάντοτε
το μηδέν προηγείται.
Την κάθε φορά που μιλώ για βεβαιότητες,
πλησμονή ή γοητεία, αποφεύγω τα μάτια να κλείνω.
Κι όταν νιώσω στο φλογισμένο πρόσωπο ένα φιλί
να ρέει σαν ωκεανός, παλιές φοβίες θυμάμαι, που τις ξεπέρασα
αλλά να, με πρόλαβαν πάλι.
3.
Καθώς τελειώνουν οι ουτοπίες, το λογικό ερέθισμα
από τον κόσμο σβήνει.
Απολογισμός δεν απαιτείται, ούτε ανάμνηση
από γεύσεις και λόγους ή άλλες υπεκφυγές.
Όπως οι άνεμοι στο στόμα της ζωής,
το χιόνι στα βλέφαρα του νότου,
οι άναρχες ρίζες εξαγριωμένες
στα πατρικά χώματα, κι αυτό το γκρίζο επικάλυμμα
στα σκήπτρα του χρόνου.
Με το παράλογο εντός, με φως. Υπόσχομαι.
4.
Το ταξίδι είναι μακρύ, επικίνδυνο, ίσως αχρείαστο.
Η ποιητική εικόνα ωχριά· δεν έχει λόγο γιατί ο κόσμος
ενδύεται ιδέες, ομοιότητες που δεν συγκρούονται.
Στα μάτια μου οι αταίριαστοι δρόμοι, οι ασυμφωνίες του χρόνου.
Τα αινίγματα από τις λέξεις διατηρούν την ελπίδα για τους προορισμούς μου…
::