«Δεν καταφέρνουν να του ξεφύγουν ούτε τα τερτίπια της πολιτικής» έλεγε αποφθεγματικά ο πρέσβης του Μεξικού απευθυνόμενος στο κοινό που είχε βρεθεί στη Στοά του Βιβλίου, το 2003, για να παρακολουθήσει την ομιλία του Κάρλος Φουέντες. Αγαπητός συγγραφέας για τους Ελληνες βιβλιόφιλους, ο Μεξικάνος διανοούμενος απεβίωσε ξαφνικά την περασμένη Πέμπτη. Το κενό που αφήνει ο συγγραφέας της Ανήσυχης παρέας, του «Θανάτου του Αρμένιο Κρους και των Κρυστάλλινων συνόρων είναι σοβαρό˙ επηρεάζει την καλλιέργεια της αντιληπτικότητας του κόσμου, την επιδίωξη προφητικής ερμηνείας της πραγματικότητας ως στοίχημα απέναντι στο μέλλον, την ανάλυση του ατομικού και του συλλογικού διακυβεύματος, ωφέλιμα και πειστικά, μετά το αδιέξοδο τέλος του 20ού αιώνα.
Φτάνοντας στην ηλικία των 84 ετών, μπορούσε να δηλώσει ικανοποιημένος από την προσέγγιση του ανθρώπινου πολύπτυχου μέσα από τα λογοτεχνικά έργα του αλλά και από τα κείμενά του που σφραγίζουν την παρουσία ενός πολιτικού όντος με ξεκάθαρη τοποθέτηση αναφορικά με την εξέλιξη της ανθρωπότητας: η συνέχιση των πολιτισμών, η αδηφάγος καπιταλιστική νοοτροπία στον παγκόσμιο χάρτη, η σισύφεια ενδυνάμωση της ύπαρξης – όλα εκείνα τα θέματα που επανέρχονται στο προσκήνιο της κρίσης κι επηρεάζουν τις απαρχές ενός αιώνα ήδη σκιασμένου.
Ο Φουέντες αποτελεί μια πνευματική προσωπικότητα με διεθνές κύρος αναμφίβολα, αξιοποιώντας τη δυνατότητα να γίνεται αδίστακτα ειλικρινής και περιεκτικός στον λόγο του, επιδραστικός άμεσα και με μια έννοια κάπως επίπλαστη: «ένας σύγχρονος κλασικός». Στη Λατινική Αμερική έχει θεωρηθεί ταγός πνευματικής ελευθερίας και πολιτισμικής ταυτότητας (και ειδικότερα στην πατρίδα του – κάτι που ο ίδιος αποποιήθηκε απολύτως ως διεθνιστής), για όλους εκείνους τους λαούς που έχουν υποφέρει από τη δυτική κυριαρχία. Όχι τυχαία, εάν προσέξει κανείς ότι τα βιβλία του αντανακλούν την πραγματικότητα, αλλά και μια άλλη, καινούργια πραγματικότητα με καινούργιους χρόνους για τους αναγνώστες του. Γράφει ο ίδιος γι’ αυτό:
«…Το παρελθόν αναδίδεται από τα μουσεία, το μέλλον από την ανατροπή μιας ασύλληπτης ιδεολογικής υπόσχεσης. Το μυθιστόρημα μετατρέπει το παρελθόν σε μνήμη, το μέλλον σε επιθυμία, όμως και τα δύο συμβαίνουν σήμερα, στο παρόν του αναγνώστη που, διαβάζοντας, αναπολεί και ποθεί». Με αυτή την άποψη δίνει «φωνή» σʼ όλες εκείνες τις κοινωνίες -του Μεξικού, της Αργεντινής, της Χιλής και των υπολοίπων- που πάσχουν από την έλλειψη αφετηριών, που αντιλαμβάνονται την ύπαρξή τους ως αμάλγαμα ενός αινιγματικού κόσμου ιθαγενών και πάσης φύσεως τυχοδιωκτών Ευρωπαίων και Αφρικανών μεταναστών, που βιώνουν ένα παρόν χωρίς βέβαιη διαδρομή στο μέλλον.
Ο ίδιος γεννήθηκε στον Παναμά, αλλά έζησε μετακινούμενος σε διάφορες χώρες εξαιτίας της διπλωματικής ιδιότητας του πατέρα του. Από τις Ηνωμένες Πολιτείες έως τη Χιλή και αργότερα, ο ίδιος ως διπλωμάτης καριέρας, από την Πόλη του Μεξικού έως το Λονδίνο και το Παρίσι, στάθηκε δυνατό νʼ αντιληφθεί τη σημασία και τη δυναμική της πολυπολιτισμικότητας. Ισχυρίζεται ότι η κοσμοπολίτικη θέαση της ζωής μπορεί νʼ αποβεί ωφέλιμη για τον σύγχρονο άνθρωπο εφόσον συνειδητοποιήσει τις προτεραιότητες της ανθρώπινης ανάπτυξης, βελτιώσει τις συνθήκες μιας πραγματικής ευμάρειας από τη βάση της κοινωνίας και προσφέρει «μια κοινωνία πολιτών που δεν ζει στον αέρα. Χρειάζεται την προστατευτική στέγη της δημοκρατίας και τους θρεπτικούς χυμούς της πολιτιστικής ρίζας» (βλ. κεφάλαιο «Κοινωνία των πολιτών», στον τόμο Σε αυτά πιστεύω, Καστανιώτης, 2002).
Δεν είναι τυχαία η υποστήριξη που παρείχε στην Κουβανική Επανάσταση αλλά και τη σταδιακή υποχώρησή του από το μοντέλο που προήγαγε ο Φιντέλ Κάστρο. Ως εκπρόσωπος του Μεξικού, σε παραλληλισμό με τη διπλωματική δράση του άλλου σπουδαίου συμπατριώτη του, του ποιητή Οκτάβιο Πας, επιδίωξε να υπερασπίσει το δίκαιο ελεύθερης βούλησης των λαών, την πρόοδο και την ανταπόκριση στις προκλήσεις της ιστορικής στιγμής, λίγο μετά το τέλος των δύο μεγάλων πολέμων. Και επικεντρώνοντας στη διεθνή κατάσταση πραγμάτων, έκανε λόγο για μια νέα Αριστερά, η οποία θα έχει ως αποστολή να ρυθμίζει την παγκοσμιοποίηση με δημοκρατικό παρονομαστή. Και υποστήριξε σθεναρά την άποψη ότι το ζητούμενο της νέας, αναδυόμενης Αριστεράς είναι η αξιοποίηση ενός νέου ιστορικού πεδίου δράσης, με ισότητα στις ευκαιρίες κάθε ατόμου, με κοινωνική αλληλεγγύη, πολιτικές δομές, δημιουργία αγαθών μέσα από την ανάπτυξη και την ορθολογική κατανομή των πόρων.
Στο πλούσιο βιογραφικό του αναγράφονται πολλά βραβεία (με σπουδαιότερο το Βραβείο Θερβάντες, το κορυφαίο στον ισπανόφωνο κόσμο), αλλά δεν έφτασε να τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Σχεδόν κάθε χρόνο το όνομά του αναφερόταν μεταξύ εκείνων που, με πνεύμα τζογαδόρικο, πιθανώς θα ελάμβανε την ανώτερη διάκριση. Κανένας δεν ξέρει ακριβώς τι σκεφτόταν ο ίδιος και για το κατά πόσο θα ευτυχούσε από μια τέτοια είδηση στα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης, καθώς έκανε λόγο για μικρές, προσωπικές ευτυχισμένες ώρες και από την άλλη για «συλλογικές ικανοποιήσεις».
Ο Φουέντες έχει υπογράψει πάνω από πενήντα βιβλία. Δοκιμάστηκε στο διήγημα και το μυθιστόρημα, έγραψε ποιήματα, εμπνεύστηκε θεατρικά έργα, γεύτηκε την αίσθηση του κινηματογράφου μέσα από τις λέξεις του, αποτύπωσε την πολυεπίπεδη σκέψη του σε δοκιμιακά κείμενα. Από τη μία, αποτέλεσε συγγραφέα ευπωλήτων μυθιστορημάτων, από την άλλη παρέμεινε σχεδόν άγνωστος σε μεγάλη μερίδα του μαζικού αναγνωστικού κοινού που ικανοποιείται από τα προϊόντα της σύγχρονης βιομηχανίας του βιβλίου.
Αυτό που αναντίρρητα πέτυχε ως συγγραφέας είναι η επίδραση που ως ίχνος αφήνει σε κάθε αναγνώστη του ώστε να επανέρχεται στις σελίδες του και νʼ ανακαλύπτει μια νέα αναγνωστική πτυχή τους. Είναι ακόμη η αίσθηση της βαρύτητας του λόγου, της αισθητικής ταυτότητας και του διανοητικού ορίου που υποχρεώνει ο Φουέντες να τοποθετηθεί όποιος τον προσεγγίζει. Είναι, τέλος, αυτός ο απόηχος από κάθε τι που προσφέρει ο συγγραφέας στον παραλήπτη, ώστε ο τελευταίος να το αξιοποιήσει για τον εαυτό του, για τη ζωή του άμεσα, επιδραστικά και εν τέλει ωφέλιμα. Είναι ο ίδιος ο Φουέντες που όσο ελάχιστοι άλλοι λογοτέχνες έπλασε το δικό του αλφαβητάριο στον χώρο και τον χρόνο που έζησε.